Το λογοτεχνικό περιβάλλον και οι επιδράσεις του Ρίτσου


Το λογοτεχνικό περιβάλλον και οι επιδράσεις του Ρίτσου

Διαβάζοντας κανείς τα πρώτα δημοσιεύματα του Γιάννη Ρίτσου, εύκολα διαπιστώνει ότι τα ποιητικά αυτά κείμενα κινούνται στο χώρο του νεορομαντισμού και νεοσυμβολισμού, που κυριαρχεί στην Ελλάδα την περίοδο του μεσοπολέμου. Κύρια θέματά του είναι τα προσωπικά του βιώματα: θάνατος, αρρώστια, νοσταλγία, μοναξιά, πίκρα. Όπως διαπιστώνει μάλιστα ο Αντρέας Καραντώνης το πρώτο ποίημα της συλλογής Τρακτέρ αντικατοπτρίζει την οικογενειακή του ιστορία, ενώ σ’ ολόκληρη τη συλλογή είναι εμφανής ο ιδεολογικός του προσανατολισμός.
Είναι εξάλλου εμφανέστατη η επίδραση του Λάμπρου Πορφύρα και του Τέλλου Άγρα, από τους οποίους δανείζεται την ευαισθησία και τη μελαγχολία των χαμηλών τόνων (Πορφύρα) και την πένθιμη μελαγχολία και ειδυλλιακή διάθεση του Άγρα. Ο Ρίτσος βέβαια ξεκινά την ποιητική του προσπάθεια κάτω από τη βαριά σκιά του Κωστή Παλαμά, που κυριαρχούσε στο ελληνικό ποιητικό στερέωμα, αλλά και άλλων μεγάλων ποιητών, όπως είναι ο Άγγελος Σικελιανός, ο Κώστας Βάρναλης και ο Κώστας Καρυωτάκης. Οι δύο τελευταίοι μάλιστα έχουν ασκήσει σχετική επίδραση στα πρώτα του έργα. Η σάτιρα και ο σαρκασμός του Βάρναλη θ’ αφήσουν τον ποιητή μάλλον ασυγκίνητο, η καρυωτακική όμως διάθεση θα μεταμορφωθεί σε αυτοσαρκασμό και θα περάσει στις πρώτες συνθέσεις του Ρίτσου. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι ο Ρίτσος δεν απέκρυψε ποτέ τις πηγές έμπνευσής του. Αντίθετα, με τις αφιερώσεις σε αγαπημένους ποιητές φρόντιζε να δίνει το στίγμα μιας ποιητικής επιρροής.
Η κομμουνιστική επίσης ιδεολογία άσκησε σημαντική επίδραση στο έργο του Ρίτσου, ενώ ξένοι ποιητές όπως ο Μαγιακόφσκι πότισαν το Ρίτσο με χρήσιμα ποιητικά διδάγματα.
Σημαντική επίδραση δέχτηκε επίσης ο ποιητής από το δημοτικό τραγούδι και κυρίως στον Επιτάφιο, όπου ανασταίνεται ένα βασικό στοιχείο του δημοτικού τραγουδιού. Η θήτευση μάλιστα του ποιητή στο στίχο αυτό άφησε τα ίχνη της στην ποίηση της περιόδου 1944-1947. Αργότερα, θα απομακρυνθεί από το στίχο αυτό και, με εξαίρεση τα Δεκαοκτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας, όπου είναι εμφανέστερη, αν και γράφτηκαν δεκαπέντε χρόνια μετά τον Επιτάφιο, η επίδραση του δημοτικού τραγουδιού θα είναι εντελώς ευκαιριακή.
Σταδιακά, επηρεάζεται από το γενικότερο ποιητικό κλίμα που κυριαρχεί στον ευρωπαϊκό και ελληνικό χώρο και ο ποιητής εγκαταλείπει τον παραδοσιακό στίχο και υιοθετεί τον ελεύθερο. Ήδη στην Ελλάδα έχουν εκδοθεί το Μυθιστόρημα του Γ. Σεφέρη και η Υψικάμινος του Ανδρέα Εμπειρίκου. Είναι εμφανείς επίσης οι επιδράσεις του υπερρεαλισμού στην ποίησή του, χωρίς όμως ο υπερρεαλισμός να υιοθετείται ως μοναδική ποιητική αντίληψη που μπορεί να προσφέρει τη λύση σε έναν ποιητή, ενώ τα ιστορικά γεγονότα της Κατοχής, της Αντίστασης, οι εμπειρίες των διώξεων και της εξορίας και της απριλιανής δικτατορίας άφησαν ανιχνεύσιμα σημάδια μέσα στο ποιητικό σώμα του Ρίτσου. Γι’ αυτό η ποίησή του είναι ποίηση-μαρτυρία. «Στην τελευταία περίοδο της δημιουργίας του, ο Ρίτσος αντιλαμβάνεται την εποχή του σαν επανάληψη της Ιστορίας και η ποίησή του, που την αντανακλά, είναι ακριβώς η επανάληψη όλων των καλλιτεχνικών του εμπειριών» 13.
Ο Σολωμός και ο Καβάφης επίσης ανιχνεύονται στο έργο του Ρίτσου, τόσο ως ονομαστική αναφορά όσο και ως μετάπλαση ποιητικών τους στοιχείων. Ο Ρίτσος άλλωστε θα μας δώσει Δώδεκα ποιήματα για τον Καβάφη, ενώ σημειώνεται και αλλού η παρουσία του αλεξανδρινού ποιητή. Στο ποίημα π.χ. «Ο χώρος του ποιητή» από την παραπάνω συλλογή ο Ρίτσος τηρεί μια εικαστική στάση απέναντι στον Καβάφη: η λάμπα, τα κηροπήγια, τα γυαλιά και το τσιγάρο του.
Ξένοι τέλος, ποιητές, όπως ο Μαγιακόφσκι, ο Γκόργκι, ο Μπλοκ, ο Χικμέτ, ο Μπρεχτ και ο Μπέκετ άφησαν επίσης τα δικά τους σημάδια στο ποιητικό σώμα του Ρίτσου.